Το βασικό μακροοικονομικό υπόδειγμα
Το βασικό μακροοικονομικό υπόδειγμα που χρησιμοποιείται σε αυτή τη μελέτη είναι το ελληνικό υπόδειγμα του Παγκόσμιου Υποδείγματος Σύνδεσης [Global Link Model, GLM] του IHS Markit.[1] Αυτό το τριμηνιαίο μακροοικονομετρικό υπόδειγμα, βασισμένο σε χρονοσειρές, σχεδιάστηκε για την πρόβλεψη των βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων εξελίξεων στην παγκόσμια οικονομία και για την ποσοτικοποίηση εναλλακτικών σεναρίων. Το υπόδειγμα προβλέπει το πραγματικό ΑΕΠ και τις συνιστώσες του, τις τιμές και τους μισθούς, την απασχόληση και τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας, στο εμπόριο, στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, στο ισοζύγιο κεφαλαίων και στα δημόσια οικονομικά. Το βασικό υπόδειγμα επεκτάθηκε για να περιλαμβάνει λεπτομερή μοντέλα για τα δημόσια οικονομικά, την κατανομή εισοδήματος και τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας (με πλαίσιο εισροών-εκροών).
Το βασικό μακροοικονομικό υπόδειγμα για την Ελλάδα περιλαμβάνει 688 μεταβλητές, από τις οποίες οι 331 προσδιορίζονται ενδογενώς (βλ. Παράρτημα Θ). Υπάρχουν 357 εξωγενείς μεταβλητές (συντελεστές στάθμισης του εμπορίου, δείκτες τιμών βασικών εμπορευμάτων κ.λπ.). Μερικές από τις εξωγενείς μεταβλητές στο ελληνικό υπόδειγμα –στις οποίες περιλαμβάνονται η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου, το παρεμβατικό επιτόκιο της ΕΚΤ, το επιτόκιο της αγοράς χρήματος και άλλες μεταβλητές που αποτυπώνουν εξελίξεις στον υπόλοιπο κόσμο‒ προέρχονται από άλλα τμήματα του GLM. Με την προσθήκη του μοντέλου για τα δημόσια οικονομικά (που περιγράφεται παρακάτω) το ελληνικό υπόδειγμα περιλαμβάνει 874 μεταβλητές.
Το υπόδειγμα GLM βασίζεται σε ένα νεοκλασικό πλαίσιο προσδιορισμού της παραγωγής και των τιμών, με βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη δυναμική. Η μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται από τον ρυθμό αύξησης της δυνητικής παραγωγής που με τη σειρά του εξαρτάται από το εργατικό δυναμικό και το απόθεμα πραγματικού επενδεδυμένου κεφαλαίου, τις τάσεις στην παραγωγή και τη διανομή της ενέργειας και από την τεχνολογική πρόοδο.
Το μοντέλο για τα δημόσια οικονομικά
Το βασικό υπόδειγμα επεκτάθηκε με την προσθήκη μιας αναλυτικής δέσμης των δημόσιων οικονομικών (Παράρτημα Β) που δίνει τη δυνατότητα για πρόβλεψη των τάσεων στα έσοδα, στις δαπάνες και στο χρέος της κεντρικής και της γενικής κυβέρνησης και τη δυνατότητα εξέτασης των επιδράσεων των αλλαγών της δημοσιονομικής πολιτικής στην οικονομία συνολικά αλλά και στο δημοσιονομικό ισοζύγιο και χρέος.
Το μοντέλο για την κατανομή εισοδήματος
Το μοντέλο για την κατανομή εισοδήματος προστέθηκε για να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος στη συνολική ροπή προς κατανάλωση των αλλαγών στη δημοσιονομική πολιτική που μεταβάλλουν την κατανομή εισοδήματος. Μεγάλο ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών δεν πληρώνουν φόρο εισοδήματος, επειδή το εισόδημά τους είναι χαμηλότερο από το αφορολόγητο εισόδημα. Τα νοικοκυριά αυτά δεν θα ωφεληθούν από μείωση του συντελεστή φορολόγησης του εισοδήματος φυσικών προσώπων. Θα επηρεαστούν όμως από μια μεταβολή του ύψους του αφορολόγητου εισοδήματος. Ομοίως, η μεταβολή στο καταβαλλόμενο ποσό ή στην οροφή των συντάξεων δεν θα επηρεάσει ισότιμα όλα τα νοικοκυριά. Το 2015 το ύψος του αφορολόγητου εισοδήματος ήταν 9.545 ευρώ. Το 2016 η Ελλάδα μείωσε το ύψος του αφορολόγητου εισοδήματος σε 8.182 ευρώ. Το ΔΝΤ έχει προτείνει περαιτέρω μείωση σε 5.000 ευρώ ετησίως.
Το μοντέλο για την κατανομή εισοδήματος λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές ροπές προς κατανάλωση στο πλαίσιο κάθε εισοδηματικού κλιμακίου και ποσοτικοποιεί τη μεταβολή στην ιδιωτική κατανάλωση που αναμένεται ως αποτέλεσμα μιας μεταβολής στη διάρθρωση της φορολογίας ή στο ύψος του εισοδήματος. Το μοντέλο αυτό υπολογίζεται παράλληλα με το ελληνικό μακροοικονομικό υπόδειγμα. Δεν αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του, επειδή βασίζεται σε δεδομένα μικρο-προσομοίωσης και σε μία δέσμη υποθέσεων που σχετίζονται με την κατανομή εισοδήματος και τις ροπές προς κατανάλωση που δημοσιεύει η Euromod.[2]
Το μοντέλο για τη βιομηχανία
Το μοντέλο για τη βιομηχανία βασίζεται στο πλαίσιο εισροών-εκροών Leontief. Προβλέπει την παραγωγή, την απασχόληση, την παραγωγικότητα, τις εξαγωγές, τις εισαγωγές και τις αμοιβές σε 57 κλάδους μεταποίησης και υπηρεσιών. Μεταφράζει τις μακροοικονομικές προβλέψεις των συνιστωσών της τελικής ζήτησης (ιδιωτική κατανάλωση, δημόσια κατανάλωση, επενδύσεις, εξαγωγές και εισαγωγές) σε ζήτηση ανά κλάδο και στη συνέχεια εκτιμά την επίδραση αυτών των μεταβολών στη ζήτηση για ενδιάμεσες εισροές. Το μέσο ωρομίσθιο που χρησιμοποιείται για κάθε κλάδο είναι ίσο με το συνολικό εργατικό κόστος (συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εισφορών) κάθε κλάδου διαιρεμένο με τον συνολικό αριθμό δεδουλευμένων ωρών.
Το πλαίσιο υποδείγματος Leontief που υποστηρίζει το μοντέλο για τη βιομηχανία απεικονίζει τις σχέσεις ανάμεσα σε διαφόρους κλάδους σε μία οικονομία εντοπίζονταςπώς η εκροή ενός κλάδου μπορεί να γίνει εισροή ενός άλλου. Δείχνει την εξάρτηση κάθε κλάδου από τους πελάτες του –ανεξάρτητα αν αυτοί είναι άλλοι κλάδοι ή τελικοί χρήστες, όπως τα νοικοκυριά, το δημόσιο, εταιρείες ή ο υπόλοιπος κόσμος‒ και από τους προμηθευτές του (ροές εισροών).
Οι πίνακες εισροών-εκροών αφορούν συγκεκριμένη χώρα και αντιπροσωπεύουν τις σχέσεις μεταξύ διαφόρων κλάδων μεταποίησης και υπηρεσιών σε δεδομένη χρονική στιγμή. Οι τεχνολογικοί συντελεστές (ή το ποσοστό των εισροών που απαιτούνται για να παραχθεί συγκεκριμένο ύψος παραγωγής) εξαρτώνται και από το μίγμα προϊόντος κάθε κλάδου και από την τεχνολογία που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του αγαθού ή της υπηρεσίας σε δεδομένο έτος. Οι αλλαγές στους τεχνολογικούς συντελεστές καθίστανται ευκρινείς μέσω της παρακολούθησης διαφόρων πινάκων εισροών-εκροών διαχρονικά.
Στην Ελλάδα η κατάρρευση της οικονομίας το 2010 προκάλεσε κατακόρυφη μείωση της παραγωγής. Η σύνθεση ωστόσο των εισροών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μιας δεδομένης μονάδας προϊόντος δεν άλλαξε σημαντικά (τα προϊόντα χάρτου παραμένουν προϊόντα χάρτου, όσο χαμηλά και αν πέσει η παραγωγή). Το σενάριο βάσης υποθέτει ότι δεν σημειώνεται ριζικός μετασχηματισμός της οικονομίας. Παρότι οι ρυθμοί ανάπτυξης διαφέρουν από κλάδο σε κλάδο, δεν παρατηρείται σημαντική μεταβολή στη βαρύτητα κάθε κλάδου στη συνολική οικονομία ή στο μίγμα προϊόντος κάθε κλάδου. Συνεπώς οι τεχνολογικοί συντελεστές παραμένουν αμετάβλητοι.
Τα εναλλακτικά σενάρια υποθέτουν διαφορετικό μίγμα πολιτικής, εστιασμένο σε ανάκαμψη του ιδιωτικού τομέα που θα επιτευχθεί με στοχευμένες ΞΑΕ. Τα σενάρια αυτά θα έχουν πολύ σημαντική επίδραση στον βιομηχανικό ιστό της Ελλάδας με ίδρυση νέων εργοστασίων, αναδιάρθρωση άλλων και αλλαγές στη φύση και στον τύπο των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Σε αυτά τα σενάρια οι τεχνολογικοί συντελεστές του πίνακα εισροών-εκροών προσαρμόζονται ώστε να αντανακλούν τη μεταβαλλόμενη διάρθρωση της παραγωγής. Οι πληροφορίες που απαιτούνται για αυτές τις προσαρμογές προέρχονται από τους πίνακες εισροών-εκροών για 75 χώρες της παγκόσμιας βιομηχανικής υπηρεσίας της IHS Markit, που περιλαμβάνουν 105 κλάδους ανά χώρα.[3]
Επαλήθευση του υποδείγματος
Το υπόδειγμα επαληθεύτηκε μέσα από σειρά στατιστικών ελέγχων/τεστ και ασκήσεις προσομοίωσης σεναρίων. Πραγματοποιήθηκαν επίσης προσομοιώσεις δημοσιονομικής πολιτικής, για να συγκριθούν οι πολλαπλασιαστές του ΑΕΠ που προκύπτουν από διάφορες μεταβολές της δημοσιονομικής πολιτικής με εκείνους που υπολογίστηκαν από την ΕΚΤ σε παρόμοια άσκηση (Kilponen et al. 2015).
Οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές που ελέγχθηκαν αφορούσαν περικοπή ύψους 1 δις ευρώ στις τρέχουσες κρατικές δαπάνες, μεταβιβάσεις, έσοδα από έμμεσους φόρους (συνδυασμός ΦΠΑ και δασμών), έσοδα από φόρους εισοδήματος νοικοκυριών και έσοδα από εταιρικούς φόρους.
Η άσκηση επαλήθευσης αποκάλυψε ότι το υπόδειγμα IHS παρακολουθεί το ιστορικό με επαρκή ακρίβεια και ότι οι επιπτώσεις πολλαπλασιαστή συνάδουν με τα αποτελέσματα από την ΕΚΤ. Οι διαφορές ερμηνεύονται κυρίως από τις διαφορετικές χρονικές περιόδους που εξετάζονται και από το γεγονός ότι η ΕΚΤ εστίαζε στην περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, ενώ η IHS ασχολήθηκε με τις πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις των περικοπών στις δαπάνες καθώς και των μειώσεων (σε αντίθεση με τις αυξήσεις) των φόρων. Οι προσομοιώσεις της IHS έλαβαν υπόψη τις επιδεινωθείσες συνθήκες δανεισμού στην Ελλάδα το 2016, μετά τις μαζικές αναλήψεις καταθέσεων στις αρχές του 2015 για παράδειγμα, και υπέθεσαν ότι δεν συνέβη ανακατανομή των εξοικονομήσεων του προϋπολογισμού που προέρχονταν από την περιοριστική δημοσιονομική πολιτική. Οι προσομοιώσεις της ΕΚΤ καλύπτουν προγενέστερη περίοδο και υποθέτουν ανακατανομή του οφέλους, όταν η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική είναι μόνιμη.