Skip to content
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΑ SOCIAL MEDIA     

Η ρηξικέλευθη πρόταση της IHS Markit για βιώσιμη ανάπτυξη

Τη μείωση των συντάξεων στα 700 ευρώ για όλους τους συνταξιούχους άνω των 67 ετών και την κατάργηση όλων των υπόλοιπων συντάξεων για όσους είναι κάτω των 67 ετών προτείνει στη μελέτη της για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας η IHS Markit, με αντάλλαγμα την κατάργηση των ασφαλιστικών εισφορών.Ειδικότερα, χθες, η Elisabeth Waelbroeck-Rocha (Επικεφαλής τομέα Διεθνών Οικονομικών της IHS Markit) παρουσίασε την πρόταση του διεθνούς οίκου για την ελληνική οικονομία, η οποία βασίζεται στο μοντέλο μείωσης των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις και τα φυσικά πρόσωπα στο 20%, όπως επίσης υψηλού συντελεστή του ΦΠΑ στα ίδια επίπεδα. Ως αντιστάθμισμα στην απώλεια των δημόσιων εσόδων, όπως προαναφέρθηκε, η IHS Markit προτείνει πλαφόν 700 ευρώ σύνταξη για όσους είναι άνω των 67 ετών και επιστροφή στην εργασία ή στο ταμείο ανεργίας για τους συνταξιούχους που είναι κάτω των 67 ετών.

Η πρόταση της IHS Markit προφανώς και είναι ρηξικέλευθη, ωστόσο το ζήτημα είναι η εφαρμογή της, κάτι που επεσήμανε ο διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, αναφέροντας «να δούμε ποιος δικαστής θα δεχθεί μία τέτοια πρόταση», εννοώντας προφανώς ότι είναι βέβαιο ότι θα κριθεί αντισυνταγματική.

Το σκεπτικό

Η ανάλυση της IHS Markit, για την Ελλάδα, περιλαμβάνει τέσσερα μέτρα: τη μείωση του ΦΠΑ, του εταιρικού φόρου και της φορολογίας φυσικών προσώπων και το «συνταξιοδοτικό πακέτο».

Σύμφωνα με τους αναλυτές, τα τρία πρώτα δίνουν κάποια τόνωση στη δραστηριότητα, αλλά το κόστος για τον προϋπολογισμό είναι υψηλό. Η μείωση του ΦΠΑ και του συντελεστή φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων τονώνει την κατανάλωση των νοικοκυριών, παράλληλα όμως οδηγεί σε υψηλότερες εισαγωγές, γεγονός που περιορίζει τον θετικό αντίκτυπο στην εγχώρια ανάπτυξη και απασχόληση.

Αντίθετα, η μείωση του συντελεστή του εταιρικού φόρου δεν τονώνει επαρκώς την ανάπτυξη λόγω του χαμηλού ύψους των καταβαλλόμενων φόρων στην Ελλάδα (τα έσοδα από τους εταιρικούς φόρους ανέρχονταν μόλις στο 1,7% του ΑΕΠ το 2015 και σε 1,5% το 2017).

Το τέταρτο μέτρο (το συνταξιοδοτικό πακέτο) καταργεί τις ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλουν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι, αυξάνει την ηλικία συνταξιοδότησης στα 67 έτη, διακόπτει την πληρωμή συντάξεων σε άτομα μικρότερης ηλικίας και θέτει ως οροφή στις συντάξεις τα 700 ευρώ τον μήνα.

Με βάση αυτό το σενάριο, εκτιμούν οι συντάκτες της μελέτης, οι απώλειες ύψους 21,6 δισ. ευρώ εσόδων που έχει το κράτος ως αποτέλεσμα της κατάργησης των ασφαλιστικών εισφορών (δηλαδή για τις συντάξεις και για την υγεία) δεν αντισταθμίζονται πλήρως από τις ετήσιες εξοικονομήσεις στις καταβαλλόμενες συντάξεις ύψους 16,4 δισ. ευρώ, αλλά υπάρχει προσδοκία ότι η βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα θα υποκινήσει υψηλότερη ανάπτυξη και θα έχει θετικό αποτέλεσμα διάχυσης στα κυβερνητικά έσοδα.

Η διατήρηση των εισφορών υπέρ υγείας που ανέρχονται σε 5 δισ. ευρώ περίπου τον χρόνο θα έχει ως αποτέλεσμα η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση να έχει μηδενική επίπτωση στον προϋπολογισμό, ενώ η προστασία των συνταξιούχων γήρατος κάτω των 67 ετών με την εκχώρηση συντάξεων ύψους 700 ευρώ τον μήνα θα κοστίσει 5,9 δισ. ευρώ περίπου τον χρόνο (το 3,3% του ΑΕΠ). Η επίδραση όμως αυτής της προστασίας θα διαρκέσει μερικά μόνο χρόνια, ανάλογα με την ηλικιακή σύνθεση των σημερινών συνταξιούχων.

Την ίδια στιγμή, η κατάργηση των ασφαλιστικών εισφορών για τους εργοδότες και τους εργαζόμενους αναμένεται να πυροδοτήσει την ανάκαμψη του ιδιωτικού τομέα για τρεις λόγους.

Πρώτον, μειώνει το εργατικό κόστος, το οποίο μειώνει τις τιμές, βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας και τονώνει την αύξηση της απασχόλησης και της παραγωγής.

Δεύτερον, το πραγματικό ατομικό διαθέσιμο εισόδημα αυξάνεται άμεσα, γεγονός που τονώνει την εγχώρια ζήτηση.

Τρίτον, το μειωμένο εργατικό κόστος και η αυξημένη εγχώρια ζήτηση τονώνουν τις πάγιες επενδύσεις. Η κατάργηση όμως των συντάξεων σε άτομα ηλικίας κάτω των 67 ετών και η οροφή στις συντάξεις για άτομα ηλικίας 67 ετών και άνω μετριάζουν αυτά τα οφέλη και η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης αναγκάζει πολλούς συνταξιούχους να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας, γεγονός που αυξάνει και τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και το ποσοστό ανεργίας. Η αύξηση του αριθμού των ατόμων που αναζητούν εργασία αυξάνει τον ανταγωνισμό για θέσεις εργασίας, ασκώντας μία προς τα κάτω πίεση στα ημερομίσθια και στους μισθούς.

Η θετική οικονομική επίδραση της κατάργησης των ασφαλιστικών εισφορών, εκτιμούν οι αναλυτές, αντισταθμίζεται επομένως σε μεγάλο βαθμό από τη μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών. Η κατάργηση των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι αυξάνει άμεσα το πραγματικό ατομικό διαθέσιμο εισόδημα, γεγονός που τονώνει την εγχώρια ζήτηση. Όμως η τόνωση δεν είναι τόσο μεγάλη όσο η μείωση φόρου, επειδή μέρος της αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος τοποθετείται σε αποταμιεύσεις και ένα άλλο μέρος δαπανάται σε εισαγωγές.

Τα συγκεκριμένα μέτρα, σύμφωνα με τη μελέτη, δεν θα αρκούσαν από μόνα τους, αν δεν συνδυαστούν και με μια πολιτική προσέλκυσης ξένων επενδύσεων. Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πέντε κριτήρια για τον εντοπισμό των κλάδων εκείνων στους οποίους μπορεί να στοχεύει η προσέλκυση ΞΑΕ:

  • ο βαθμός τροφοδότησης από άλλους ελληνικούς κλάδους (ή το μέγεθος των διαχεόμενων επιδράσεων)
  • το μέγεθος και η ωριμότητα των κλάδων που υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα, με προτίμηση στους μικρότερους
  • η εξαγωγική ένταση του κλάδου
  • η κεφαλαιακή ένταση του κλάδου
  • η ανάγκη για επέκταση του παραγωγικού δυναμικού ενός κλάδου στη Δυτική Ευρώπη, για να εξυπηρετηθεί η αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες του.

Οι τρεις κλάδοι που πέτυχαν την υψηλότερη θέση με βάση και τα πέντε αυτά κριτήρια είναι η κατασκευή αεροσκαφών και διαστημοπλοίων, τα ναυπηγεία και τα μηχανήματα και μεταποίηση. Η προσέλκυση ΞΑΕ σε αυτούς τους κλάδους θα αύξανε τις ελληνικές εξαγωγές, επειδή και οι τρεις είναι κλάδοι στους οποίους η Ευρώπη έχει ισχυρή θέση στις παγκόσμιες αγορές. Αυτό θα πυροδοτούσε αυξήσεις της παραγωγής και της απασχόλησης σε εγχώριους κλάδους προμηθειών.

Τα αποτελέσματα της μελέτης σχολίασαν σε ειδικό πάνελ, ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας, ο πρώην Επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής και Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Παναγιώτης Λιαργκόβας και ο Γενικός Διευθυντής στο Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και Καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Νίκος Βέττας.

Όπως σημείωσε ο κ. Φέσσας, η προσέλκυση επενδύσεων και ειδικά στον μεταποιητικό τομέα, είναι μονόδρομος για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και τη δημιουργία καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Ωστόσο, απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η ύπαρξη μια φιλοεπιχειρηματικής πολιτικής και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Σημείωσε δε, ότι πέρα από τους κλάδους που αναφέρονται στη μελέτη, υπάρχουν και πολλοί άλλοι που μπορούν να προσελκύσουν επενδύσεις.

Στις επιπτώσεις των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων στην οικονομία αναφέρθηκε από την πλευρά του ο κ. Λιαργκόβας, τονίζοντας ότι έσοδα για το δημόσιο μπορούν να προκύψουν χωρίς να γίνουν απολύσεις από τον δημόσιο τομέα.

Ο κ. Βέττας σημείωσε ότι η ευκαιρία για την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου της χώρας χάθηκε το 2010, τονίζοντας ότι τα επόμενα χρόνια, κάθε άλλο παρά εύκολα θα είναι. Επεσήμανε μάλιστα χαρακτηριστικά ότι «δεν έχουμε υπογράψει συμβόλαιο με κανένα για το αν θα γυρίσουμε στα προ κρίσης εισοδήματα».

Για τη συνταξιοδοτική πρόταση της IHS Markit, την οποία χαρακτήρισε δραστική, σημείωσε ότι «έχει τα καλά και τα κακά της», τονίζοντας με νόημα «θα ήθελα να δω ποιος δικαστής θα την αποδεχόταν».

Πηγή: Euro2Day

Back To Top